Δεν ξέρω γιατί αλλά εντελώς αυθόρμητα σήμερα μου 'ρθε στο μυαλό το αισθαντικά τόσο πολύπλευρο και υπέροχο ταμπεραμέντο της μεγάλης Εθνικής μας ντίβας Ειρήνης Παπά. Να 'σαι καλά για πάντα!
Dire que Fernand est mort
Dire qu'il est mort Fernand
Dire que je suis seul derrière
Dire qu'il est seul devant
Lui dans sa dernière bière
Moi dans mon brouillard
Lui dans son corbillard
Et moi dans mon désert
Devant y a qu'un cheval blanc
Derrière y a que moi qui pleure
Dire qu'y a même pas de vent
Pour agiter mes fleurs
Moi si j'étais le Bon Dieu
Je crois que j'aurais des remords
Dire que maintenant il pleut
Dire que Fernand est mort
Dire qu'on traverse Paris
Dans le tout petit matin
Dire qu'on traverse Paris
Et qu'on dirait Berlin
Toi toi toi tu sais pas tu dors
Mais c'est triste à mourir
D'être obligé de partir
Quand Paris dort encore
Moi je crève d'envie
De réveiller des gens
Je t'inventerai une famille
Juste pour ton enterrement
Et puis si j'étais le Bon Dieu
Je crois que je serais pas fier
Je sais on fait ce qu'on peut
Mais y a la manière
Tu sais je reviendrai
Je reviendrai souvent
Dans ce putain de champ
Où tu dois te reposer
L'été je te ferai de l'ombre
On boira du silence
A la santé de Constance
Qui se fout bien de ton ombre
Et puis les adultes sont tellement cons
Qu'ils nous feront bien une guerre
Alors je viendrai pour de bon
Dormir dans ton cimetière
Et maintenant Bon Dieu
Tu vas bien rigoler
Et maintenant Bon Dieu
Maintenant je vais pleurer.
Πες ότι ο Φερνάντ είναι νεκρός
Πες ότι πέθανε ο Φερναντ
Πες ότι εγώ έμεινα πίσω μόνος
πές ότι αυτός είναι μόνος μπροστά
Αυτός μέσα στην τελευταία μπύρα του
Ki εγώ μέσα στην καταχνιά μου
Αυτός στη νεκροφόρα του
Κι εγώ μέσα στην ερημιά μου
μπροστά του, πες, πως έχει ένα άσπρο άλογο
και εμένα πισω του που κλαίω
Πές πως έχει τον ίδιο τον άνεμο
που ταρακουνάει τα λουλουδια μας.
Εγώ αν ήμουνα Θεός
πιστεύω πως θα είχα τύψεις
Πες πως τώρα κλαίει
Πες ότι ο Φερναντ δεν ζει...
Πές πως διασχίζουμε το Παρίσι
πρω, πρωι..
Πες πως διασχίζουμε το Παρίσι
όπως θα λέγαμε το Βερολίνο
Εσύ... Εσύ, δεν ξέρεις να κτυπάς τις πόρτες
αλλά αυτό είναι ο πόνος στο θάνατο
να είσαι υποχρεωμένος να φεύγεις
Όταν το Παρίσι κοιμάται ακόμη
Θέλω να πεθάνω
ξυπνήστε άνθρωποι
βρέστε μια οικογένεια
έτσι ακριβώς κι απλά για την κηδεία σας...
Κι έπειτα, ω, αν ήμουν ο καλός Θεούλης
πιστεύω, ότι δεν θα μουνα περήφανος
ξέρω πως δεν μπορώ να κάνω το αδύνατο
Μα υπάρχει ένας τρόπος
Ξέρεις πως θα ξαναρθω
Θα έρχομαι συχνά
σ' αυτά τα γαμημένα τα χωράφια
που εδω θα ξεκουράζεσαι
Το καλοκαίρι θα σου κάνω σκιά
να πιούμε την σιωπή
στην υγειά της Κωνσταντίνας...
Ποιός νοιάζεται για την σκιά σου...
Κι ύστερα αυτόι οι ηλίθιοι έφηβοι, σκληροί,
Μπορεί και να μας ανοίξουν πόλεμο,
αλλά μην νοιάζεσαι θα στεκομαι στον ύπνο σου κοντά σου, πάνω στη πλάκα που θα σε σκεπάζει...
Και τώρα, ώ θεούλη μου
πας σώνει και καλά, να θέλεις, να με κάνεις να γελάσω
Και τώρα θέε μου, άσε με μόνο μου... μου έρχεται να κλάψω...
Followers
το θέμα του Κινηματογράφου έλπίζω να μην τελειώσει ποτέ! Πάντως αρχίζει από εδώ!
Κλεοπάτρα 1934.
Cleopatra is Cecil B. DeMille's 1934 film made by Paramount Pictures, retelling the story of Cleopatra VII of Egypt.
Πρώτος λόγω του αναποφευκτου ταξειδιου του
Fare Well- Paul Newman- 27.9.08
Rock Handson
Για Τον Σεπτεμβρη Πρώτος
Come September
Rock Handson
Κινηματογράφος Μεσολογγίου Πάλμιον
Το κείμενο είναι του Άγγελου Κότσαρη
Μεσολόγγι 1947 -1959- Κινηματογράφος Πάλμιον. Η φωτογραφία προσεφέρθηκε από τον φίλο Μιχάλη Ντίνια, έχει τραβηχτεί από τον εξαίρετο και διαπρεπή συμπολίτη μας τον Κώστα Λάσκαρη, εξάδελφο του Μιχάλη.
Χρόνια ανάμεσα από τα χρώματα του παγωνιού και τους αντίλαλους των οιμωγών του εμφυλίου. Δυτικοφερμένο όνειρο από τη μια κι από την άλλη Δυτικοκίνητος εφιάλτης. Αυτά τα λίγα σαν προοίμιο και σαν μνημόσυνο όλων εκείνων τότε που έζησαν όχι το όνειρο, αλλά τον εφιάλτη. Έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε εντελώς. Απ’ την πλευρά του όνειρου, - την μυθική Ιθάκη,- ξεκίνησε τότε ο πλάνος κινηματογραφικός επιχειρηματίας, ο Κωνσταντίνος Πάλμιος, γύρευε με ποιο πρόσχημα ο χριστιανός, και φθάνοντας στη πόλη μας βάλθηκε με τα κόλπα του τα μαγικά να μας αποπλανέψει. Άνθρωπος λιγομίλητος, εσωστρεφής, χωρίς πολλές συνάφειες με τους ντόπιους, δεν δημιούργησε πολλές φιλίες και συναναστροφές, συνήθως λίγο πολύ ανούσιες. Καλός οικογενειάρχης αλλά καλύτερος κτίστης ονείρων και γιατρός πολλών καημών και πόνων συνεχών, που ακόμη τότε ζωντανή κι ανέκαθεν πικρή η Λιμνοθάλασσά μας, το ‘χε από αιώνων βίτσιο, πάππου προς πάππου ας πούμε, μ’ αυτούς να μας ποτίζει. Από τον φιλοσοφημένο στην απλοϊκότητα του ζείν κτηματία Ντόντο Ντίνια, Ο Πάλμιος νοίκιασε το νεοκλασικό, μπερδεμένο με διακοσμητικά στοιχεία αρτ ντεκώ, ακίνητό του επί της κεντρικής πλατείας Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι και μέσα εκεί απλώνοντας τα δίκτυα του τα μαγικά άρχισε λίγο το λίγο στο καιρό κι όλο και περισσότερο, λυτρωτικά απ' τους καημούς της καθημερηνότητας, να μας αιχμαλωτίζει. Πανέξυπνος ο Πάλμιος με αναπτυγμένη αισθητικά την έννοια της ποιότητας σε κάθε προβολή με τις ταχυδακτυλουργικά εκλεκτικές επιλογές του, σε σπουδαία φιλμς, μας έφερνε σε έκσταση ηδονική κι ελπιδοφόρα. Αληθινά η σχέση θεατών με τον τότε Κινηματογράφο ήταν στην κυριολεξία Ερωτική. Κι ήταν συνέχεια εφευριτικός και ψυχολόγος άριστος, στην αγορά ψυχών, ο αφιλότιμος ετούτος ο επιχειρηματίας. Κι έφθασε μάλιστα κάποια στιγμή, με τη προβολή της ξένης ταινίας «Σ’ έχω πάντα στην καρδιά μου» να μας στείλει ταχυδρομικώς, με ωραίους φακέλλους στα σπίτια μας, τις για πρώτη φορά στον τόπο μας κυκλοφορούσες τότε χαρτοπετσέτες, προκειμένου στην προβολή να σκουπίζουμε τα δάκρυα μας. Σπουδαίος και πρωτοπόρος κινηματογραφικός επιχειρηματίας ο Κωνσταντίνος Πάλμιος. Κυρίως, διαλέγοντας ότι καλύτερο από τους διανομείς των προπολεμικών αλλά αργότερα και των μεταπολεμικών ταινιών κατόρθωσε να μας κάνει να ξεχνάμε την αγωνία των καιρών και των καιρών τους πόνους. Κατόρθωσε στα δύσκολα εκείνα χρόνια να μας κάνει να νοιώσουμε ότι το όνειρο κι όχι ο εφιάλτης είναι παντοτινό.
Rodolfo Valentino
Jean Harlow
Mae West
Mae West
Paul Muni
Μνήμες από τον Κινηματογράφο Πάλμιον
Η αίθουσα προβολής του κινηματογράφου Πάλμιον ήταν αρκετά μεγάλη και όταν παίζονταν καλή ταινία και γέμιζε από κόσμο θα πρέπει να χωρούσε πάνω από 150 άτομα. Παρόλη την οικονομική δυσκολία της εποχής η αίθουσα προβολής ήταν άνετη, καθαρή και δεν διέφερε σε πολυτέλεια όπως αργότερα διαπίστωσα από τους άλλους κινηματογράφους της Πρωτεύουσας. Αν δεν με απατά η μνήμη μου, από την αρχή του ο κινηματογράφος, για καθίσματα, χρησιμοποιούσε τις αναπαυτικές για τον καιρό εκείνο πάνινες πολυθρόνες τύπου «πλιάν». Το δάπεδο του κινηματογράφου ήταν σκεπασμένο με πλακάκια άσπρα με μαύρους μαιάνδρους. Ανάμεσα από τις κάθετες τρεις σειρές καθισμάτων, πριν την έναρξη της προβολής και στο διάλειμμα που ερχόνταν, -περίπου στα μισά του έργου,- περνούσε πρόσχαρος, καλαμπουρτζής, ο Γιάννης, ο επονομαζόμενος ο τσακατσούκας, έφηβος τότε ακόμη, που για το μεροκάματο πουλούσε, μες σε χωνάκια από χαρτί, συνήθως από εφημερίδα,- ζεστά στραγάλια, πασατέμπο, φιστίκια, και τ' απλησίαστα λόγω ακρίβειας εκείνα τα λαχταριστά ξεροψημένα μύγδαλα, ενώ την ίδια ώρα απ' το μεγάφωνο, μες την πλατεία, ακούγονταν σπαραξικάρδια της εποχής ερωτικά τραγούδια που έπαιζε διακριτικά μα συνεχώς κάποιος φωνόγραφος πίσω στο καμαράκι προβολής. Πόσα Τραγούδια τότε, ομαδικά δεν τ' άκουγαν τα παιδικά αυτιά, και πόσα απ' αυτά, παροχημένοι σήμερα οι νοσταλγοί της εποχής εκείνης, μεσα στη μοναξιά τους δεν τα ακούνε νοερά μονάχοι τους τα βράδια! ...Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη. Ρένα βλαχοπούλου.... ...Αντιός μαριγκίτα Λίντα... Τζίμης Μακούλης.. ...Μα γιατί..Μα γιατί.. Νίκος Γούναρης ...Η Παπαρούνα...-Αττίκ-..Δανάη.... ...Το τραγούδι του Μωριά...Σοφία Βέμπο.... ...Άλλος σ' αγάπησε κι άλλος σε παίρνει... Μ. Χατζοπούλου ...Χωριάτα...1941...Σοφία Βέμπο... ...Μ' αρέσεις..Φώτης Πολυμέρης..Άννα Καλουτά.... ...Δυό πράσινα μάτια..Πάολα... ...Γύρνα πάλι αγάπη μου.. Νίκος Γούναρης... ...Νινή Ζαχά...Μαρούδας... ...Δίχος κρασί, δίχος ποτό...Μάγια Μελάγια... ...Εγώ θα κόψω το κρασί...Τόνης Μαρούδας... ....Κάθε λιμάνι και καυμός.. Μάγια Μελάγια.. ..Ένας φίλος ήρθ' απόψε..Σώτος Παναγόπουλος.. ...Παποράκι του Ντορνόβα...Καλατζής... ...Μοναξιά.... Κάκια Μένδρη... ..Μαραμένα τα Γιούλια κι οι Βιόλες...Δανάη... ...Μες στη Μπαλαλαϊκα... Κούλα Νικολαϊδου... ..Μου φερες την άνοιξη...Κάκια Μενδρή... ...Η Σουσουράδα...Νίκος Γούναρης... ...Πόσα και πόσα άλλα απλά τραγούδια ερωτικά... Αλλά επειδή η νοσταλγία τραγουδιστά απόψε μ' έβγαλε κι έφυγα απ' το θέμα, μετά την αίθουσα κινηματογράφου και το προφίλ του Κωνσταντίνου Πάλμιου καιρός είναι να δώσω το ελεύθερο στην ανυπόμονη μνήμη για να φέρει στην επιφάνεια του νου όλες εκείνες τις κινούμενες, τις μαγικές εικόνες, που ζωντανές σ' ονειρικό ασπρόμαυρο καμβά ξετυλίγονταν σαν παραμύθι στην τεράστια οθόνη της αίθουσας προβολής του κινηματογράφου Πάλμιον. Οι μνήμες από την κινηματογραφική εμπειρία μου μπορεί να διαιρεθούν σε τρείς κυρίως ηλικιακές εποχές. Στην μνήμη της εποχής των παιδικών χρόνων μου, την καθαρά αγνή και ενθουσιώδη. Στην εποχή της μνήμης των εφηβικών χρόνων μου, την αντιδραστική με την έννοια της έναρξης της γενικότερης αμφισβήτησης, και στην εποχή, την μετέπειτα της ενηλικίωσης μου, την καθαρά κριτική, που στην συνέχεια κι αυτή έφθασε να μπορεί, στα γεράματα τώρα, ακόμη και να καταφεύγει και στην απόρριψη. Θέλω να πω προσωπικά ότι για την Ελλάδα μεταξύ των χρόνων 1947 ( ίσως και μια τριακονταετία πρωτύτερα) διαρκώς, έκτοτε μέχρι και σήμερα, ο Κινηματογράφος παντού στο κόσμο έγραφε έστω και πειραματικά συνεχώς Ιστορία. Είναι αλήθεια στο τόπο μας ότι, αν εξαιρέσουμε κάποιους πειραματισμούς στην κινηματογραφία μεταξύ του 1906 και μέχρι τον βο παγκόσμιο πόλεμο, ο ρυθμός καταγραφής ήταν αριθμητικά περιορισμένος. Μέχρι το 1940 είχαν γυριστεί 35 περίπου ταινίες, με πρώτη τους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες στην Ελλάδα. Δύο απ' αυτές, όπως το Δάφνις και Χλόη του σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκου και το Μαρία Πενταγιώτισσα του Αχιλλέα Μαδρά, τις παρακολούθησα μεγάλος πια σε αποσπάσματα από την τηλεόραση. Ιδιαίτερα, παρακολουθώντας την δεύτερη, κυνικά δεν μπόρεσα να κρατηθώ από τα γέλια, την ώρα ακριβώς που το ερωτικό δράμα, τόσο υπερτονισμένο, ξεπέρναγε κάθε προηγούμενο του γκροτέσκο μελό όλων των εποχών και όλων των ειδών. Επίσης το ερωτικό δράμα του Ορέστη Λάσκου, Η ωραία του Πέραν αργότερα, που αντιθέτως παρακολούθησα περίπου 12 χρονών παιδί στο θερινό Κινηματογράφο του Πάλμιου, απέναντι από το σπίτι του γιατρού Κανδυλιώτη και του γιατρού Μιχαλόπουλου, με κούρντισε τόσο με την γλυκανάλατη πλοκή του που γελώντας στην πιο κρίσιμη δραματική σκηνή της Ερμιόνης και του Αιμίλιου παρέσυρα και έκανα όλους τους θεατές να κατουρηθούν κι ίδιοι, όπως σίγουρα τους είχα προλάβει εγώ, από τα γέλια. Καινούργια και δύσκολη για τα χρόνια εκείνα η Τέχνη των δημιουργών του κινηματογράφου. Είναι αλήθεια πιστεύω ότι απ' την αρχή έγιναν προσπάθειες απ' αυτούς και μάλιστα όπως πάντα από γνήσιο κυρίως Ελληνικό φιλότιμο. Πάντως επίσης πιστεύω - και τότε δικαιολογημένα !- χωρίς την βοήθεια της Γνώσης. Η πολιτικοκοινωνική εξάλλου Ιστορία μας των προαναφερόμενων χρόνων ( Τρεις μεγάλοι πόλεμοι, καταχρεωμένη οικονομία, ο αναλφαβητισμός, δικτατορίες, εμφύλιος κι άλλες συναφείς κατάρες) όχι μόνο περιόριζαν την κάθε κινηματογραφική δραστηριότητα ανθρώπων κατα τα άλλα με ταλέντο στον τόπο μας, αλλά κι αν μετά δυσκολιών το μεράκι κάποιων σκαπανέων του κινηματογράφου ξεπέρναγε έστω τα εμπόδια, εν τούτοις έτσι κι αλλιώς περίφροντις ο λαός, μες στην καθημερινή αγωνία να εξασφαλίσει το ψωμί του, που να 'χε όρεξη για το παντεσπάνι του κινηματογράφου. Η Αντουανέτα ήτανε σοφή, όταν ετοιμάζονταν να δώσει στον λαό παντεσπάνι! Είπε κάποια στιγμή να του το δώσει, γιατί ήξερε ότι δεν θα το 'τρωγαν, μια και το μόνο που ήξεραν να τρώνε ήταν το ψωμί, που έτσι κι αλλιώς δεν υπήρχε!
Δανάη
Κάκια Μένδρη
Σοφία Βέμπο
Μαγια Μελάγια
Φώτης Πολυμέρης
Τζίμης Μακούλης
Πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες 1896
Ελλάδα, χώρα ισχνή δίχως παντεσπάνι
Μαρία Πενταγιώτισσα
Και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παλληκάρια.Τύφλα να 'χει η Μαρία Αντουανέτα.
Η Ωραία Του Πέραν
Από το ωραίο Μυθιστόρημα του Δ. Παπαδόπουλου
Μαρία Αντουανέττα
Τροφαντό μπούστο από παντεσπάνι
Μνήμες παιδικής ηλικίας από τον Κινηματογράφο Πάλμιον στο Μεσολόγγι.
Τα χρόνια του Κινηματογράφου από το 1947 ως και το 1955 ας πούμε ότι ήταν για το μυαλό και το συναίσθημα ενός παιδιού, εκείνης της εποχής, χρόνια εξερευνητικά . Εξερευνητικά στην έννοια αλλά και στο πάθος που θα δημιουργούσε από εκεί και πέρα σ' ένα παιδί, αυτή καθεαυτή η κινούμενη εικόνα στην αντίληψη του από την ανάγνωση της καινούργιας αυτής εμπειρίας, από τις πρωτοφανέρωτες εντυπώσεις της, από τον, αρχικά εκτός κρατικών ποδηγετήσεων, παιδαγωγικό ακόμη και κοινωνικό σχεδιασμό της, και τέλος από το υπερβατικό γεγονός της ίδιας της κινούμενης εικόνας, περίπου μεταφυσικό, που θα 'γραφε με την παράξενη γραφή της, στο άγουρο μυαλό ενός παιδιού, η μαγική μεταφορά της ζωής και όλων των λεπτομερειών της, μέσα από κίνηση, σ' ένα αδυσώπητα γοητευτικό, απέναντι στις αισθήσεις του, έμψυχο κύλισμα ειδώλων ζωντανών, μ' όλες τις ιδιοτητές των καλές, κακές, όμορφες, άσχημες, και όλα αυτά πάνω σφιχτά δεμένα σ' ένα παραμυθένιο ασπρόμαυρο καθρέφτη, που ω του θαύματος αποτελούσε ένα τεράστιο λευκό πανί, που ήταν η οθόνη.
Λίγο πολύ η εντύπωση της κινούμενης εικόνας στο μυαλό ενός παιδιού, όπως την διαμόρφωνε η μέχρι τότε κινηματογραφική γραφή, -κυρίως η διεθνής και λιγότερο η ανάλογη ντόπια,- άνοιγε τον ορίζοντα σε μια πολυδιάστατη εξερεύνηση ενός ασπρόμαυρου άγνωστου κόσμου πέραν του υπαρκτού, που κι αν ανύπαρκτος και φτιαχτός στην ουσία, χωρίς σάρκα και οστά, χωρίς οσμές και γεύσεις, χωρίς την θερμοκρασιακή κλίμακα της αφής και της επαφής, εν τούτοις με συναισθήματα καταφανή, με λόγο ανθρώπινης δομής και ηχοχρωμάτων ( μετά το τέλος του Βωβού κινηματογράφου περίπου το 1927), με ανθρώπινα ήθη, με εθιμικές ιδιαιτερότητες με ενδυματολογικές διαχρονικές συνήθειες, με χαρακτήρες διάφορους και πολύμορφους, με πρόσωπα κι ονόματα μεγάλα μέσα σε κρίσιμες Ιστορικές στιγμές της ανθρωπότητας, μ’ έργα και πράξεις των ανθρώπων πρωτοφανέρωτες κι ίσως κάποιες φορές και εντελώς αφύσικες, με τόσα κι άλλα τόσα πραγματικά ή μυθοπλαστικά συμβάντα ή κι ακόμη περισσότερα μ’ άλλα δημιουργήματα μέσα απ’ τη φαντασία δημιουργών του λόγου, της Τέχνης γενικότερα, που ξαφνικά από άγνωστες απόμακρες παγκόσμιες γωνιές έφταναν μέσω της κινούμενης εικόνας, έστω και με λίγη φαντασία, φρέσκα και ολοζώντανα στην νόησή μας και λίγο, λίγο αργότερα και στην κατανόησή μας. Βαθύτερα η των καιρών εκείνων, που η γνώση ήταν ελλιπής, επίδραση στη μόρφωση του ανήλικου παιδιού, όσο και να μην απέδιδε άμεσα και ραγδαία στην επιδερμική μορφή της κατανόησής του, παρ’ όλα ταύτα έκτιζε κυρίως για το μέλλον μία βαθύτερη, και μία αλλιώτικη, εν σχέσει με τα πριν, παγκόσμια αισθητική και διαμόρφωση του ανθρώπινου του χαρακτήρα. Αλλά και το παραδοξότερο, τότε σαν ήμαστε παιδιά, ακόμη στα αισθήματα, στα συναισθήματά μας αλλά ακόμη, ακόμη και στην ιδεολογία μας έφθανε κι επιδρούσε έστω κι αν αδιόρατα τότε με την δυναμική της πάντοτε ενεργητική με την ζωντάνια της η μαγική κινούμενη εικόνα. Αν μη τι άλλο, λίγο προτού φουντώσει ο επάρατος Μακαρθρισμός (ψυχρός πόλεμος), αλλά λιγότερο και στην διάρκεια του, ο αλλοτινός Κινηματόγραφος με αληθοφάνεια ωθούσε την ψυχή μας στο ψάξιμο σε πάμπολλους τομείς, που οι τότε τοπικές του τόπου μας οι κοινωνίες με την περιορισμένη πολιτιστική δραστηριότητα τους και τις ελάχιστες παιδαγωγικές δυνατότητες, με κουμπωμένο συναισθηματισμό, με προδιαγραμμένους αυστηρά από εκκλησία και κράτος δρόμους ανθρώπινης ανάπτυξης και επικοινωνίας, δεν είχαν την δυνατότητα να τα ξεκολλήσουν και να τα πάνε έστω και λίγο παραπέρα από τα γνωστά τα τέλματα της πλήξης και της ανίας της τότε εποχής και ιδιαίτερα στην επαρχία. Και τι δεν έβλεπε τότε ένα παιδί! Ας πούμε για την ομορφιά. Όμορφες μορφές, καλοντυμένες πάντα. Τα χρόνια εκείνα στον Κινηματογράφο επικρατούσε τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες, (έτσι κι αλλιώς λόγω του ασπρόμαυρου,) ο Μεσογειακός τύπος, (αν και τότε και πάλι οι γυναίκες ήξεραν ν' αλλάζουν το χρώμα των μαλλιών τους,) εξελιγμένος μάλιστα με πλούσια ρούχα και μοντέρνες κομμώσεις κυρίως στις αστικές ρομαντικές, ερωτικές πλοκές! Συνεχίζεται...
Humfray Bogart
Χέντι Λαμαρ
Edward Robinson
Ava Gardner
James Cagney
Bette Davis
John Wayne
Stewart Granger
Antony Quinn and Marlon Brando in Emiliano Japata
Frank Sinatra
Rita Hayworth
Rita Hayworth
Victor Mature
Maureen O Hara
Marlene Dietrich
Montgomery Clift
Jane Russell
Brigadoon
Gene Kelly
Diana Darbin
diana Darbin
Tom mix
Gene Tierney
Αίμα και Άμμος
Μια απ' τις πιο υπέροχες ταινίες των παιδικών μου χρόνων.
Tyrone Power
Βαρβάρα Στανγκουικ
James Mason
Λάνα Τάρνερ
Errol Flynn
Μαρία Μοντέζ
Spencer Tracy
Olivia de Havilland
Gregory Peck
Audrey Hepburn and Kary Grand
Laurens Olivier
Βίβιαν Λη και κλάρκ Γκέϊμπλ. Όσα παίρνει ο άνεμος.
Βίβιαν Λη. Στη γέφυρα της αμαρτίας.
Vivian Leigth and Marlon Brando in Blance Dubois
Cary Grand and Ingrind Bergman in Notorius
diana Dors
Gary Cooper
Ρήγας Φεραίος
Ιστορική εικόνα της Εξόδου του Μεσολογγίου βρυζάκης
Γιορτές εξόδου Μεσολογγίου
Κατάθεση στεφάνου στο τύμβο των ηρώων Μεσολογγίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Κυριακή πρωϊ Βαϊων - Γιορτη Εξόδου Μεσολογγίου
Από την πομπή της μεταφοράς της εικόνας της Εξόδου από τον Άγιο Σπυρίδωνα στο Ηρώον του Μεσολογγίου
Σάββατο παραμονή Βαϊων
Μεταφορά εικόνας Εξόδου
Μεταφορά εικόνας Εξόδου
Μεταφορά της εικόνας της Εξόδου Από το Δημαρχείο Μεσολογγίου στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα
Εορτές Εξόδου στο Μεσολόγγι 31/3/2007
Μεταφορά του Λάβαρου της Επανάστασης από την Αγία Λαύρα στο δημαρχείο Μεσολογγίου
Αϊ Λιάς
Οι Γυναικοπαρέες του Αϊ Λιά
Το κείμενο είναι του Άγγελου Κότσαρη
Ο Αϊ Λιάς ταπεινός ναΐσκος, κατά τα χρόνια του 40-50, με εικόνες ζωγραφισμένες από τον ναϊφ τεχνίτη ζωγράφο Τάσο Μαντά και Κασόλα, στα βορειοδυτικά της εξοχής του Μεσολογγίου, κατά κάποιες πληροφορίες, ήταν ιδιωτικό εξωκκλήσι. Πάντως και κατά τα χρόνια ακόμη της κατοχής από τους Γερμανούς το επισκέπτονταν ομάδες κυρίως Μεσολογγίτισσων γυναικών την παραμονή της γιορτής του Προφήτη για ν’ ανάψουν τα κανδήλια του. Η απόσταση τότε για τους Μεσολογγίτες δεν μετριόντανε ούτε με τα αυτοκίνητα- ανύπαρκτα εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, άντε πεντέξι!)- ούτε με τη τάση παχυσαρκίας που διαρκώς και περισσότερο παρατηρείται στις μέρες μας. Λίγο το λίπος στο σιτηρέσιο κείνης της εποχής και πολύς ο ποδαρόδρομος, ακόμη και για τα μικρά παιδιά, που τελικά ήταν και απολαυστικός, όταν μάλιστα διέσχιζες την καταπράσινη εξοχή του Μεσολογγίου! Τα χρώματα, η πεντακάθαρη ατμόσφαιρα, οι μυρουδιές του κάμπου ήτανε όλα εδώ εκείνο τον καιρό τόσο ανόθευτα και μαγικά που νόμιζες ότι ήσουν πράγματι κοντά, δυο βήματα παρέκει από την πόρτα ακριβώς ενός επίγειου παραδείσου. Το πάναγνο της φύσης, και μάλιστα το αγνό θρησκευτικό συναίσθημα που είναι πιο έντονο και πιο βαθύ στον κόσμο τον απλοϊκό, ιδιαιτέρως στις γυναίκες, αυτές που κάθε χρόνο ανέβαιναν μέχρι εκεί, χωρίς να είναι επίπλαστα κι απάνθρωπα αυστηρά δεν τις απέκοβε από τις άλλες τους, της καθεμιάς, τις ιδιαιτερότητες τους και την πολυπλοκότητα και την διάφορη σημειολογία των χαρακτήρων τους ξεχωριστά. Αντίθετα τις έκανε να αφομοιώνονται όλες σε ένα κράμα, μια αψεγάδιαστη μυστηριακή ενότητα, που μέσα της υπήρχε η πίστη και η αμφιβολία μαζί κι η περιέργεια και η αγνότητα το ίδιο, οι πλούσιες και πολύχρωμες γκάμες των πόθων καθεμιάς και η στειρότητα ακόμη ή και το αδιάφορο εντελώς του συναισθήματος τους. Επάνω εδώ ήταν μαζεμένες μες σ’ ένα σύνολο αρμονικά δεμένες από τη μια η θρησκόληπτη, η παραμυθατζού, η γνωστικιά, η ιδεαλίστρια, κι από την άλλη η γκαφατζού, η φαντασμένη, η φανταχτερή, η ερωτιάρα κι η αθώα, κι από κοντά σε όλες χωρούσε στην ποικιλία της ομάδας κι η νευρικιά ακόμη και η κουτσομπόλα. Κλειδί στο αποτέλεσμα και κορυφαία στο χορό της αρμονίας τελικά που ‘βγαζε εν τέλει στο σύνολό της η παρέα ήτανε η καλαμπουρτζού. Εάν ετούτη έλλειπε, όλες τους μαραμένες και μάλιστα δικαιολογημένα, κρύβοντας τη ψυχή τους μες σε μια άμυνα κοινωνική, έχαναν την ταυτότητα του αυθορμητισμού και καθεμιά τους άχρωμη κι ανώνυμη μες στην ομάδα σε τίποτα δεν διέφερε από της εποχής τους, μέσα στις πόλεις, τις γυναίκες για τις οποίες έλεγε ο Καρυωτάκης με γνοιαστικό καημό: θάνατος (είναι) οι γυναίκες, που αγαπιούνταικαθώς να καθαρίζανε κρεμμύδια. Όχι, εδώ στον Αϊ Λιά, καθώς σε κάθε Αϊ Λιά όλου του κόσμου οι γυναίκες ξεφεύγοντας έστω και για προσωρινά απ’ όλα τα κοινά και τις συμβατικότητες ενός ατακτοποίητα τακτοποιημένου κόσμου γίνονταν πλάσματα αληθινά, γίνονταν λεύτερες γυναίκες!
Πρέβεζα
Καρυωτάκης
Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια, θάνατος οι γυναίκες, που αγαπιούνται καθώς να καθαρίζανε κρεμμύδια.
Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι με τα λαμπρά, μεγάλα ονοματά τους, ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη ο ήλιος, θάνατος μέσα στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει για να ζυγίση μια "ελλιπή" μερίδα, θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ' ακούσουμε τη μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης,
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία. "υπάρχω;" λες,
κι ύστερα "δεν υπάρχεις!"
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους αυτούς,
ένας επέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.
Καρυωτάκης (δεξιά) και η οικογενειά του
Καρυωτάκης με ένα φίλο του
Καρυωτάκης
Αρχαιολογικοί Τόποι- το Κείμενο είναι του Άγγελου Κότσαρη
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΠΟΙ- ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΚΟΤΣΑΡΗ
Άγγελος Κότσαρης.
Κεραμεικός
Βορειοδυτικά, άντε 800 μέτρα, από τους πρόποδες του λόφου της Ακρόπολης και κατά μήκος της κοίτης του ποταμού Ηριδανού ο Κεραμεικός αποτελούσε στην αρχαιότητα μια από της πιο όμορφες γειτονιές της Αθήνας. Το όνομα του βέβαια το πήρε από τον Κέραμο θεό γιο του Διόνυσου και της Αριάδνης που ’ταν ο προστάτης θεός της συντεχνίας των κεραμοποιών η οποία από πολύ παλιά είχε εκεί εγκατεστημένα τα εργαστήριά της. Αν λάβει υπ’ όψιν του κανείς τους καπνούς από τα καμίνια που θα έκαιγαν εδώ νυχθημερόν, το παραπλήσιο νεκροταφείο, και τα νερά του Ηριδανού, -που κατά τα λεγόμενα του Καλλίμαχου στο μη σωζόμενο σύγγραμμά του και μεταφερόμενα από τον Στράβωνα στη συναγωγή των ποταμών.. «Γελάν ούτως θαρρεί γράφων τάς τών Αθηναίων παρθένους αφύσεσθαι καθαρόν γένος Ηριδανοίο, ου και τα βοσκήματ’ απόσχοντ’ αν» - θα έπρεπε μάλλον να εκπλήσσεται από το ότι και παρ’ όλα τα ανωτέρω ο Κεραμεικός εθεωρείτο από τους Αρχαίους μας προγόνους το «κάλλιστον προάστιον»! Πάντως εγώ δεν εκπλήσσομαι! Μήπως και η Σημερινή Αθήνα δεν θεωρείται από τους περισσότερούς μας σαν μια από της ομορφότερες πόλεις του κόσμου! Η βρωμιά των ποταμιών, ή ύπαρξη νέφους, και το περικύκλωμα των νεκροταφείων από σπίτια, λόγω έλλειψης κατοικήσιμου χώρου, φαίνεται ότι δεν είναι νέα πρακτική αλλά ζει και βασιλεύει εις τους αιώνας των αιώνων! Κατά τα άλλα μετά τους Περσικούς πολέμους, που βρήκαν την Αθήνα ανοχύρωτη και κατεστραμμένη για λόγους υπεράσπισης της πόλης και εν όψει της επαπειλούμενης επέλασης των Λακεδαιμονίων Ο Θεμιστοκλής με την γρήγορη ανέγερση τείχους το 479 μοίρασε την περιοχή στα δύο στο μέσα και στον έξω των τειχών Κεραμεικό. Οι σημαντικότερες πύλες της Αθήνας βρίσκονταν στον Κεραμεικό και ήταν το Δίπυλο και η Ιερά Πύλη από τις οποίες ξεκινούσαν δύο δρόμοι, από την πρώτη -που αποτελούσε και την βιτρίνα της πόλης,- μπαινόβγαιναν όσοι κατευθύνονταν προς την Πελοπόννησο, Βοιωτία και αλλού, και από την δεύτερη, όσοι κατευθύνονταν, μέσω της προέκτασής του δρόμου, μπροστά της, στην Ιερά οδό, προς την Ελευσίνα. Ανάμεσα από τις δύο πύλες υπήρχε ένα λαμπρό κτήριο με περίστυλη αυλή το Πομπείον, που μέσα σ’ αυτό φυλάσσονταν ιερά σκεύη που χρησιμοποιούνταν στη γιορτή των Παναθηναίων. Στο ίδιο κτήριο προετοιμάζονταν η πομπή για την μεγάλη γιορτή των Παναθηναίων. Ο έξω των τειχών Κεραμεικός στο δρόμο που οδηγούσε από το Δίπυλο προς την Ακαδημία, πολύ νωρίτερα από την ανέγερση του Τείχους του Θεμιστοκλή και των δύο Πυλών, περίπου από το 1500 πχ. και μετά είχε χρησιμοποιηθεί σε μεγάλη και αρκετά πλατιά έκταση για δημόσιο νεκροταφείο. Περί τα μέσα του 5ου πχ αιώνα ο ανωτέρω χώρος οργανώθηκε σε νέες βάσεις αφού δόθηκαν εκεί τμήματα γης σε πλούσιες οικογένειες για να κτίσουν τους περίφημους ταφικούς περιβόλους, με μαρμάρινους γλυπτούς διακόσμους, επιτύμβιες στήλες, μαρμάρινα αγγεία, και διάφορα ζώα μαρμάρινα (σκύλοι, λιοντάρια, ταύροι κλπ). Οι ταφικοί περίβολοι περιέκλειαν τους τάφους των μελών της οικογένειας που είχαν πεθάνει. Στο νεκροταφείο του Κεραμεικού που σημειωτέον είχε διάφορες ονομασίες -Δημόσιον Σήμα, Πολυάνδριον, Το Μνήμα. – περίοπτη θέση είχαν και οι τάφοι όλων των επιφανών ανδρών της Αθήνας, Περικλή, Κλεισθένη, Αρμόδιου και Αριστογείτονα κ.α, ως και ανδρών που πέφτοντας για την πατρίδα ενταφιάζονταν εκεί τιμητικά.
Τμήμα Ηριδανού ποταμού- Κεραμεικός
Τείχος, Θεμιστοκλή, Κόνωνα -Κεραμεικός.
Δίπυλο- Πομπείο- Ιερά Πύλη
Τμήμα Διπύλου
ΚΕΡΑΜΙΚΟΣ
Τάφος Φιλοκράτη. Κεραμεικός.
Ηγησώ με τη Δούλη της
Μουσείο Κεραμικού
Μοουσείο Κεραμικού
Μουσείο Κεραμικού
Μουσείο Κεραμικού
Δεξιλεος
Δεξίλεως- Απόσπασμα από το ποίημα του Παλαμά. ( Από ανθολογία Μιχ. Περάνθη)
Εμέ Δεξίλεω με λέν, παιδί είμαι της Αθήνας,
Πολέμησα και νίκησα κι εγώ για την πατρίδα.
Σε λίγο ο θάνατος ορμάει κι αλύπητα κι εμένα
με παίρνει από την γην αυτή, με φέρνει σ' άλλον κόσμο.
Δε μ' έρριξε στα Τάρταρα, δε μ' άφησε στον Άδη.
Μακκαρισμένο, αθάνατο, μ' ανάστησε για πάντα
στα μαρμαρένια Ηλύσια, στα Ηλύσια της Τέχνης.
Ο χρόνος φεύγει, αλλάζει η γή, περνούν λαοί και κόσμοι
και πέφτουν και μαραίνονται σα φθινοπώρου φύλλα.
Κι εγώ εδώ πέρα ασάλευτος κι αμάραντος προβάλλω
και της πατρίδας τον εχθρό στα πόδια μου τον έχω.
Ώ χάρη, ώ νίκη της ζωής, ανήκουστη ευτυχία,
στα μαρμαρένια Ηλύσια, στα Ηλύσια της Τέχνης!
Σφίγγα. μουσείο Κεραμεικού.
Αμφορέας με Διόνυσο. Κεραμεικός
Αγία Τριάδα- Στην βόρια πλευρά του Κεραμικού σήμερα
No comments:
Post a Comment